- ἀντίγραμμα
- ἀντί-γραμμα, Gegenschrift, Abschrift
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
αντίγραμμα — ἀντίγραμμα, το (Α) αντίγραφο … Dictionary of Greek
ἀντίγραμμα — duplicate letter neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντιγράμμασιν — ἀντίγραμμα duplicate letter neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γράμμα — το (AM γράμμα) [γράφω] Ι. 1. οτιδήποτε έχει γραφεί 2. σύμβολο τού αλφαβήτου 3. επιστολή 4. ανάγνωση διάβασμα II. στον πληθ. γράμματα, τα 1. η γραφή 2. η μόρφωση, η παιδεία 3. (τα Ιερά) Γράμματα η Αγία Γραφή 4. ο Δεκάλογος 5. κατάστιχο 6. φρ.… … Dictionary of Greek